Επιτέλους μετά από μερικά χιλιόμετρα, στις ταμπέλες, εκτός από τον Μεσοπόταμο, το Βράχο και τη Λυγιά, εμφανίστηκε και η Πάργα. Στρίψαμε αριστερά και αφού περάσαμε την Αγία Κυριακή, μπήκαμε στην Πάργα. Είχαν φτάσει τα Χριστούγεννα και εγώ δεν το είχα πάρει καν χαμπάρι!
Τα φαντάσματα των προηγούμενων ημερών, με
επισκέφθηκαν σε όλο τους το μεγαλείο [...]
Μέσα από το πλήθος ξεχώρισε μια κοπέλα κι άρχισε να
κινείται σε αργή κίνηση προς το μέρος μου, τράβηξε την καρέκλα, κάθισε δίπλα
μου και μου χαμογέλασε. Τα μάτια της, είχαν το μαύρο της βαθιάς θάλασσας τη
νύχτα [...]
[...] Τα ρούχα μου ήταν βουτηγμένα στο αίμα και τα αισθανόμουν υγρά να κολλούν
στο κορμί μου. Κάπου παραδίπλα υπήρχε ένα μαχαίρι πεταμένο στην άμμο, στο άλικο
χρώμα του αίματος. Το αίμα ξεκινούσε από το κορμί της κοπέλας και οδηγούσε απευθείας
στο μαχαίρι. Αισθάνθηκα τα χέρια μου να σφίγγουν με ακόμα μεγαλύτερη δύναμη και
ξύπνησα τρομαγμένος, στάζοντας από τον ιδρώτα [...]
Η συνέχεια ΕΔΩ